Δημοσιονομική προσαρμογή: πόσο δίκαιη είναι η κατανομή των βαρών; Αθήνα 2014 ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ
© 2014 ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ Σέκερη 1A 106 71 Αθήνα www.pbo.gr ISBN 978-960-560-119-5 Εκτύπωση – Βιβλιοδεσία: Διεύθυνση Εκδόσεων και Εκτυπώσεων Σχεδιασμός – Ψηφιακή στοιχειοθεσία: Κωνσταντίνος Παγώνης
Πίνακας Περιεχομένων Οι στόχοι του Γραφείου ii Χαιρετισμός του Γενικού Γραμματέα της Βουλής των Ελλήνων κου Α. Παπαϊωάννου iii Πρόλογος Καθ. Παναγιώτη Λιαργκόβα, Συντονιστή του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή v Ευχαριστίες viii 1. Η πολυκατοικία και ο δείκτης απόγνωσης 1 Ζωγραφάκης Σταύρος 2. Ποιοι πληρώνουν τους έμμεσους φόρους στην Ελλάδα; Πρώτες ενδείξεις στην περίοδο της κρίσης 11 Καπλάνογλου Γεωργία Ράπανος Θ. Βασίλης 3. Φύλο και δημοσιονομική βιωσιμότητα: Είναι οι γυναίκες μοιραία θύματα ή φορείς δημοσιονομικής αναγέννησης; 33 Λυμπεράκη Αντιγόνη 4. Φτώχεια και δημόσια πολιτική στην Ελλάδα της κρίσης 49 Ματσαγγάνης Μάνος 5. Δημοσιονομική προσαρμογή: η εμπειρία από την τρέχουσα κρίση. 59 Μητράκος Θεόδωρος 6. Δικαιοσύνη ανάμεσα στις γενιές: Ήρθε το τέλος των αναδρομικών προσαρμογών; 67 Τήνιος Πλάτων Οι Συγγραφείς 81 i
ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή δημιουργήθηκε στην Ελληνική Βουλή βάσει του νόμου 3871 του 2010 για τη Δημοσιονομική Διαχείριση και Ευθύνη. Έργο του Γραφείου είναι να παρακολουθεί την εκτέλεση του προϋπολογισμού του κράτους, να υποβοηθά το έργο δύο Επιτροπών της Βουλής (της Ειδικής Διαρκούς Επιτροπής του Απολογισμού και του Γενικού Ισολογισμού του Κράτους και Ελέγχου της Εκτέλεσης του Προϋπολογισμού του Κράτους, καθώς και της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων) και να συντάσσει και υποβάλει προς τις ανωτέρω επιτροπές τριμηνιαίες και ετήσιες εκθέσεις σχετικά με την τήρηση των δημοσιονομικών στόχων που τίθενται στα Μεσοπρόθεσμα Δημοσιονομικά Πλαίσια Στρατηγικής. Το Γραφείο πλαισιώνεται από την Επιστημονική Επιτροπή, η οποία αποτελείται από τα ακόλουθα μέλη: • Καθηγητή Παναγιώτη Λιαργκόβα, Συντονιστή • Καθηγητή Πάνο Καζάκο, Μέλος • Επίκουρο Καθηγητή Σπύρο Λαπατσιώρα, Μέλος • Καθηγητή Ναπολέοντα Μαραβέγια, Μέλος • Αναπληρωτή Καθηγητή Μιχάλη Ρηγίνο, Μέλος Η Επιτροπή γνωμοδοτεί επί των θεμάτων, που της ανατίθενται εγγράφως υπόψη από τον Πρόεδρο της Βουλής ή το Συντονιστή ή τις δύο αρμόδιες Κοινοβουλευτικές Επιτροπές και εγκρίνει τις τριμηνιαίες και ετήσιες εκθέσεις. ii
ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΚΟΥ Α. ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ Η τρέχουσα ημερίδα σχετικά με την δημοσιονομική προσαρμογή και την κατανομή των βαρών, είναι η πρώτη που διοργανώνεται από το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής. Το Γραφείο, δημιουργήθηκε ύστερα από μεγάλη προσπάθεια, βάσει του νόμου 3871/2010 καθώς και με σχετική διάταξη στον κανονισμό της Βουλής. Ήδη στον ένα χρόνο λειτουργίας του έχει σημειώσει σημαντικό έργο. Το Γραφείο Προϋπολογισμού παρακολουθεί την εκτέλεση του προϋπολογισμού του κράτους, συμβουλεύει και υποβοηθά τον Πρόεδρο της Βουλής καθώς και τις επιτροπές (Ειδική Διαρκή Επιτροπή του Απολογισμού και του Γενικού Ισολογισμού του Κράτους και την Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων). Δεν σας κρύβω ότι είναι η πρώτη φορά στην ιστορία του Κοινοβουλίου που ιδρύεται ειδική επιστημονική μονάδα που θα παρέχει επιστημονική στήριξη πέρα από την επιστημονική υπηρεσία της Βουλής. Το Γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής απολαμβάνει πλήρη αυτονομία και υπάγεται απευθείας στον Πρόεδρο της Βουλής. Με την σύνταξη των τριμηνιαίων εκθέσεων αλλά και της ετήσιας, επιτρέπει σε όλους μέσα στο κοινοβούλιο να αποκτούν μια πιο πληρέστερη εικόνα σχετικά με την πορεία των δημοσιονομικών στόχων, μια εικόνα που μπορεί και να μην είναι πάντοτε ευχάριστη. Παρόλα αυτά η ακρίβεια και η γνώση της πραγματικής κατάστασης είναι προϋπόθεση για κάθε τι δημιουργικό. Μέσω των εκθέσεων, δίνεται η δυνατότητα στους βουλευτές, στην κοινή γνώμη άλλα και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μια καλύτερη ενημέρωση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η τριμηνιαία έκθεση (Ιούνιος-Σεπτέμβριος 2013) στην οποία, πέραν των στοιχείων σχετικά με την εξέλιξη του προϋπολογισμού περιλαμβάνονται και χρήσιμες αναφορές και συμπεράσματα που αφορούν την ανάσχεση της ύφεσης στην ευρωζώνη και την Ελλάδα, την ανεργία καθώς και την πορεία του χρέους μετά την λήξη του μνημονίου το 2014. Αναφορικά με στην σύσταση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, αξίζει να σημειωθεί ότι δεν είναι διακομματική αλλά υπερκομματική και αυτό καθιστά το Γραφείο χρήσιμο εργαλείο για την νομοθετική αλλά και την εκτελεστική εξουσία. Αρκεί βέβαια και η εκτελεστική εξουσία να θέλει να αξιοποιήσει αυτό το εργαλείο. Η καλύτερη εγγύηση για την άρτια λειτουργία του Γραφείου, είναι η Επιστημονική Επιτροπή του Γραφείου. Αυτή πλαισιώνεται από ακαδημαϊκούς με μεγάλες περγαμηνές και με διαφορετικές θεωρητικές προσεγγίσεις που καταφέρνουν να βρουν μια συναινετική διαδικασία που να τους επιτρέπει να συνεργάζονται αρμονικά μεταξύ τους και να εκδίδουν αξιόπιστες και χρήσιμες εκθέσεις. Η ημερίδα που διοργάνωσε το Γραφείο Προϋπολογισμού είχε ως κύριο θέμα, την κατανομή των βαρών και πόσο δίκαιη είναι αυτή στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής. Πρόκειται για ένα θέμα που μας απασχολεί όλους. Απασχολεί, κύρια τους πολίτες που υφίστανται την οικονομική κρίση άλλα και την άνιση κατανομή στην έκταση που αυτή υπάρχει αλλά και τους ακαδημαϊκούς, οι οποίοι και θα μας διαφωτίσουν επί του θέματος. Και βέβαια απασχολούν και αυτούς που λαμβάνουν τις αποφάσεις, γιατί ξέρουμε ότι χωρίς δίκαιη κατανομή των βαρών σε μια τέτοια κρίση, δεν θα υπάρξει κοινωνική συνοχή και χωρίς κοινωνική συνοχή δεν θα υπάρξει έξοδος από την κρίση. Είναι γεγονός, ότι η ιστορία δεν μας βοηθά, κάθε φορά που υπάρχει βαθιά οικονομική κρίση η ανισότητα μεγαλώνει και δεν γεφυρώνεται. Όταν τελειώνει η κρίση οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι μπορεί να μην έχουν γίνει πλουσιότεροι iii
αλλά πάντως έχουν διατηρήσει την θέση τους όσον αφορά την κοινωνική διαστρωμάτωση. Συνεπώς, το ζητούμενο είναι το πώς θα ξεπεράσουμε την κρίση, μελετώντας την πραγματική εικόνα, σε ότι αφορά την κατανομή των βαρών και πώς θα υπερβούμε αυτά τα προβλήματα, προκειμένου να ατενίσουμε το μέλλον με σιγουριά. iv
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΛΙΑΡΓΚΟΒΑ, ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ Τα κείμενα του ανα χείρας τόμου βασίζονται στις εισηγήσεις που έγιναν στο πλαίσιο ημερίδας με τίτλο “Δημοσιονομική προσαρμογή: πόσο δίκαιη είναι η κατανομή των βαρών;”, που διοργανώθηκε από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή στις 19 Νοεμβρίου 2013. Την ημερίδα, που πραγματοποιήθηκε στην ελληνική και αγγλική γλώσσα στην αίθουσα Γερουσίας της Βουλής των Ελλήνων, παρακολούθησαν προσκεκλημένοι πρέσβεις από 28 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ο.Ο.Σ.Α., καθώς και μέλη του Κοινοβουλίου και της ελληνικής κυβέρνησης. Η επεξεργασία και περαιτέρω ανάλυση του συγκεκριμένου θέματος κρίθηκε αναγκαία τόσο με βάση τα σχόλια των βουλευτών κατά την παρουσίαση της πρώτης τριμηνιαίας έκθεσης του ΓΠΚ στην Ειδική Διαρκή Επιτροπή του Απολογισμού και του Γενικού Ισολογισμού του Κράτους και Ελέγχου της Εκτέλεσης του Προϋπολογισμού του Κράτους (βλ. ΓΠΚ, Τριμηνιαία Έκθεση Απρίλιος-Ιούνιος 2013 στο www.pbo.gr) στις 15/5/2013 όσο και με βάση τις επισημάνσεις που είχαν συμπεριλάβει μέχρι τότε στις εκθέσεις τους διεθνείς οργανισμοί, όπως το Δ.Ν.Τ., η Ε.Ε. και ο Ο.Ο.Σ.Α. Το βασικό ερώτημα στις πολιτικές δημοσιονομικής προσαρμογής είναι ποιοί επωμίζονται τα βάρη της προσαρμογής ή πώς η κρίση και τα μέτρα λιτότητας επηρεάζουν την κατανομή του εισοδήματος. Ιδεατά, η οικονομική ύφεση και η αντιμετώπισή της πρέπει να αφήσει την κατανομή του εισοδήματος ανεπηρέαστη ή και να την κάνει πιο δίκαιη προκειμένου να είναι βιώσιμη. Η έννοια της δικαιοσύνης είναι πολυδιάστατη και περιλαμβάνει την ύπαρξη ενός κοινωνικού διχτυού ασφαλείας, ενός πεδίου ίσων ευκαιριών ανεξάρτητου από τις συνθήκες κατά τη γέννηση, καθώς και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Η διεθνής εμπειρική έρευνα ισχυρίζεται ότι οι πιθανότητες επιτυχίας ενός προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής αυξάνονται όταν βελτιώνεται η στόχευση των κοινωνικών παροχών και η αποτελεσματικότητά τους (όσον αφορά τη μείωση της φτώχειας), όταν αυξάνονται οι δαπάνες για προγράμματα ενεργών πολιτικών απασχόλησης και επαγγελματική κατάρτιση και οι δαπάνες για κοινωνική κατοικία για τους φτωχούς, αλλά και όταν μειώνεται ο συντελεστής του ΦΠΑ για τα βασικά αγαθά, όπως για παράδειγμα τα τρόφιμα. Συμπερασματικά δηλαδή, η υποστήριξη των πιο αδύναμων τμημάτων της κοινωνίας, σε περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής, πέρα από τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής, είναι και κρίσιμος παράγοντας για την επιτυχία του προγράμματος, τη διατηρήσιμη, δηλαδή, μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και την αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους. Η ιστορική εμπειρία της Φινλανδίας είναι εδώ χρήσιμη: μετά από μια σοβαρή οικονομική και τραπεζική κρίση στις αρχές της δεκαετίας του ’90, η Φινλανδία υιοθέτησε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, που θεωρήθηκε εξαιρετικά πετυχημένο. Παρά τη μείωση των δημόσιων δαπανών σε πολλούς τομείς, οι κοινωνικές παροχές (όπως επιδόματα τέκνων, δαπάνες για προγράμματα ενεργών πολιτικών απασχόλησης, κλπ.) αυξάνονταν με ρυθμό 14% κάθε χρόνο. Ο τόμος αυτός αποτελείται από έξι ενότητες. Στην πρώτη ενότητα, ο Σταύρος Ζωγραφάκης δίνει μια πρόσφατη εικόνα της εξέλιξης των κοινωνικών αλλαγών. Κατασκευάζει έναν δείκτη μέτρησης και αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των μέτρων κοινωνικής πολιτικής. Ο δείκτης αυτός αποτελεί και ένα πρόδρομο δείκτη κοινωνικής συγκυρίας, δηλαδή έναν δείκτη που προηγείται των διαφόρων κοινωνικών δεικτών, αντίστοιχος των δεικτών οικονομικής συγκυρίας που έχουν κατασκευαστεί. v
Μετρά και τον βαθμό απόγνωσης των μισθωτών και των ανέργων. Εξετάζει πώς η δημοσιονομική προσαρμογή που επιτυγχάνεται μέσω της μείωσης των μισθών ή της απώλειας της θέσης εργασίας μπορεί να θεωρηθεί ότι κατανέμεται “δίκαια” ανάμεσα στα νοικοκυριά. Οι Γεωργία Καπλάνογλουκαι Βασίλης Ράπανοςεξετάζουν τις διανεμητικές επιδράσεις των μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής. Εστιάζουν ειδικότερα στην διανεμητική επίδραση των έμμεσων φόρων στην Ελλάδα κατά τα τελευταία εικοσιπέντε χρόνια (1988–-2011), με τη χρήση τεχνικών προσομοιωτικής ανάλυσης, αξιοποιώντας τα στοιχεία των Ερευνών Οικογενειακών Προϋπολογισμών. Η δραστική απλοποίηση κυρίως της έμμεσης φορολογίας στην περίοδο 1990–-2008 και, η οποία, σε μεγάλο βαθμό, ήταν αποτέλεσμα της εισόδου της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, επετεύχθη με σχετικά μικρό κόστος σε όρους αναδιανεμητικής ισότητας. Τα πρόσφατα διαδοχικά πακέτα μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής περιελάμβαναν μεγάλες αυξήσεις στους έμμεσους φόρους, οι οποίες αύξησαν σημαντικά την επιβάρυνση των ελληνικών νοικοκυριών. Η δομή της έμμεσης φορολογίας το 2011 εμφανίζεται ως η πιο αντίστροφα προοδευτική σε όλη την υπό εξέταση περίοδο. Βασικό συμπέρασμα της εργασίας αυτής είναι ότι, η επίπτωση των μέτρων λιτότητας που υιοθετήθηκαν από 2010 και μετά και αφορούσαν αυξήσεις έμμεσων φόρων, ήταν ιδιαίτερα υψηλή για τις πλέον ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, όπως τα πολύ χαμηλά εισοδηματικά στρώματα και οι οικογένειες με παιδιά. ΗΑντιγόνη Λυμπεράκη επιδιώκει στην τρίτη ενότητα, να βρει απαντήσεις στα ερωτήματα: Είναι οι γυναίκες τα μοιραία και αναπόφευκτα θύματα της δημοσιονομικής προσαρμογής που βρίσκεται σε εξέλιξη σήμερα στην Ελλάδα; Η μήπως θα μπορούσαν να αποτελέσουν τμήμα της λύσης στα δημοσιονομικά αδιέξοδα της ερχόμενης δεκαετίας; Είναι δηλαδή τμήμα του προβλήματος ή μπορούν να γίνουν τμήμα της λύσης; Μέσα από την ανάλυση που πραγματοποιεί, συμπεραίνει ότι οι γυναίκες δεν είναι κατ’ ανάγκη τα μοιραία θύματα της δημοσιονομικής προσαρμογής. Αντιθέτως η συνέχιση της ενεργοποίησής τους είναι η καλύτερη ελπίδα για μια μακροχρόνια βιώσιμη δημοσιονομική κατάσταση. Στην επόμενη ενότητα, ο Μάνος Ματσαγγάνης αναλύει το ρόλο του συστήματος κοινωνικής προστασίας στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα. Αρχικά δείχνει πώς η κρίση έχει αυξήσει την ανάγκη για κοινωνική προστασία. Στη συνέχεια περιγράφει πώς το σύστημα κοινωνικής προστασίας (δεν) έχει ανταποκριθεί στις αυξημένες κοινωνικές ανάγκες που πυροδότησε το ξέσπασμα και βάθεμα της κρίσης, ενώ επίσης προχωρά σε μια πρώτη αξιολόγηση των μέτρων κατά της φτώχειας που άρχισαν να εφαρμόζονται από το 2013. Η εργασία καταλήγει με μια αδρή ανάλυση ορισμένων παραγόντων στους οποίους οφείλονται οι καθυστερήσεις της πολιτικής κατά της φτώχειας στη χώρα μας. Στην πέμπτη ενότητα, οΘεόδωρος Μητράκοςπαρουσιάζει τις πιο πρόσφατες τάσεις και τα χαρακτηριστικά της ανισότητας και της φτώχειας των νοικοκυριών στην Ελλάδα. Επιπλέον, εξετάζει τις αναδιανεμητικές επιπτώσεις των μέτρων λιτότητας που εφαρμόσθηκαν κατά τη διάρκεια της τρέχουσας οικονομικής κρίσης. Για το σκοπό αυτό, αξιοποιούνται τα δεδομένα από τις διαθέσιμες έρευνες νοικοκυριών (Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών και Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των νοικοκυριών). Από τα διαθέσιμα στοιχεία για τα πρώτα έτη της κρίσης προκύπτει ότι η σχετική φτώχεια αυξήθηκε σημαντικά στην περίοδο της τρέχουσας κρίσης (3 εκατοστιαίες μονάδες μεταξύ των ετών 2009 και 2011), ενώ οι διαστάσεις της “απόλυτης” φτώχειας δηλαδή όταν το όριο της φτώχειας, σε πραγματικούς όρους παραμένει vi
σταθερό στα επίπεδα προ της κρίσης, αυξήθηκαν δραματικά. Κατά τον συγγραφέα, ο επαναπροσδιορισμός των βασικών παραμέτρων της κοινωνικής πολιτικής προβάλλει επιτακτικά κατά την τρέχουσα κρίση. Η έλλειψη ενός ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος που θα λειτουργήσει ως ανάχωμα στοιχειώδους κοινωνικής προστασίας από καταστάσεις ακραίας ένδειας και φτώχειας παραμένει ακόμα ζητούμενο. Τέλος, ο Πλάτων Τήνιος ασχολείται, στην τελευταία ενότητα, με το ζήτημα της δικαιοσύνης ανάμεσα στις γενεές και στη συνέχεια θέτει το ερώτημα εάν ήρθε το τέλος των αναδρομικών προσαρμογών. Ο συγγραφέας διαπιστώνει ότι όσα είχαν αναβληθεί από το 1990 μοιάζει να αποπειράθηκαν από το 2010 υπό την ασφυκτική πίεση δημοσιονομικών προτεραιοτήτων και κάτω από την υψηλή εποπτεία της Τρόικας. Ο νόμος των συντάξεων Ν3863/10 ήταν το πρώτο νομοθέτημα μετά το Μνημόνιο. Από τότε ακολούθησαν σειρά άλλων νομοθετημάτων για τις συντάξεις ενώ, από ότι φαίνεται, ο χορός των αλλαγών δεν έχει ολοκληρωθεί. Όπως και να έχει το θέμα οι αλλαγές από το 2010 συνίστανται σε μια μεγάλη και απότομη προσαρμογή στο ισοζύγιο των γενεών. Έχει ολοκληρωθεί η προσαρμογή ή μήπως υπήρξε υπερβολική διόρθωση; Είναι βιώσιμο το σύστημα ως το 2060; vii
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Ευχαριστούμε θερμά τον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων κ. Ευάγγελο Μεϊμαράκη καθώς και τον Γενικό Γραμματέα της Βουλής των Ελλήνων κ. Αθανάσιο Παπαϊωάννου για την ενεργό υποστήριξη στη διεξαγωγή της ημερίδας. Επίσης, θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τη Γενική Διευθύντρια Διεθνών Σχέσεων Επικοινωνίας κα. Παναγιώτα Μήλιου καθώς και τη Διευθύντρια Επικοινωνίας κα. Μαργαρίτα Φλούδα για την ουσιαστική τους συνεισφορά στη διενέργεια της ημερίδας. Ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλονται στους ομιλητές της ημερίδας και σε όσους μας τίμησαν με την παρουσία τους. Τέλος, η επιτυχής ολοκλήρωση της ημερίδας αυτής δεν θα ήταν δυνατή χωρίς την ουσιαστική συμβολή του προσωπικού του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. viii
1. Η ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ ΚΑΙ Ο ΔΕΙΚΤΗΣ ΑΠΟΓΝΩΣΗΣ ΖΩΓΡΑΦΑΚΗΣ ΣΤΑΥΡΟΣ Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Έχουμε ήδη κλείσει 5 χρόνια βαθιάς οικονομικής ύφεσης (2009–2013), βαδίζουμε στον έκτο χρόνο και το ερώτημα είναι αν υπάρχουν ενδείξεις αναστροφής του κλίματος. Η δραματική εξέλιξη των οικονομικών δεικτών στην περίοδο που διανύουμε αντικατοπτρίζεται και στην εικόνα των κοινωνικών δεικτών, εικόνα η οποία έρχεται με καθυστέρηση 2 περίπου ετών. Βρισκόμαστε στις αρχές του 2014 και γνωρίζουμε ότι υπήρξε μια σημαντική επιδείνωση όλων των κοινωνικών δεικτών μέχρι την περίοδο του 2012 όπου καταγράφηκε σημαντική αύξηση της φτώχειας και της ανισότητας. Η εικόνα που έχουμε στηρίζεται κυρίως σε 2 διαφορετικές ετήσιες δειγματοληπτικές έρευνες που διενεργεί η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.). Η πρώτη είναι η Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (SILC) και η δεύτερη είναι η Έρευνα των Οικογενειακών Προϋπολογισμών (ΕΟΠ). Οι πλέον πρόσφατες δειγματοληψίες από τις δύο παραπάνω έρευνες αποτυπώνουν τα εισοδήματα και τις καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών των ετών 2011–2012. Η παρούσα εργασία, στηριζόμενη σε μια διαφορετική μεθοδολογική προσέγγιση, αντλώντας πληροφόρηση από τα στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού (ΕΕΔ) τα οποία είναι τα πλέον επικαιροποιημένα στατιστικά στοιχεία, προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει το κενό της πληροφόρησης και να δώσει μια πιο πρόσφατη εικόνα εξέλιξης των κοινωνικών αλλαγών. Όμως, το σημαντικότερο είναι ότι μπορεί να μετρήσει σχετικά άμεσα την αποτελεσματικότητα των διαφόρων μέτρων πολιτικής, που η Κυβέρνηση εσπευσμένα λαμβάνει για να αμβλύνει τα συσσωρευμένα προβλήματα που δημιουργεί η ύφεση, και επομένως να αποτελέσει εργαλείο έγκαιρης μέτρησης και αξιολόγησης διαφόρων πολιτικών επιλογών. Ο δείκτης αυτός μπορούμε να θεωρήσουμε ότι αποτελεί και έναν πρόδρομο δείκτη κοινωνικής συγκυρίας, δηλαδή, έναν δείκτη που προηγείται των διαφόρων κοινωνικών δεικτών, αντίστοιχος των δεικτών οικονομικής συγκυρίας που έχουν κατασκευαστεί. Η παρούσα εργασία, στηριζόμενη σε μια διαφορετική μεθοδολογική προσέγγιση, αντλώντας πληροφόρηση από τα στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού (ΕΕΔ) τα οποία είναι τα πλέον επικαιροποιημένα στατιστικά στοιχεία, προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει το κενό της πληροφόρησης και να δώσει μια πιο πρόσφατη εικόνα εξέλιξης των κοινωνικών αλλαγών. Όμως, το σημαντικότερο είναι ότι μπορεί να μετρήσει σχετικά άμεσα την αποτελεσματικότητα των διαφόρων μέτρων πολιτικής, που η Κυβέρνηση εσπευσμένα λαμβάνει για να αμβλύνει τα συσσωρευμένα προβλήματα που δημιουργεί η ύφεση, και επομένως να αποτελέσει εργαλείο έγκαιρης μέτρησης και αξιολόγησης διαφόρων πολιτικών επιλογών. Ο δείκτης αυτός μπορούμε να θεωρήσουμε ότι αποτελεί και έναν πρόδρομο δείκτη κοινωνικής συγκυρίας, δηλαδή, έναν δείκτη που προηγείται των διαφόρων κοινωνικών δεικτών, αντίστοιχος των δεικτών οικονομικής συγκυρίας που έχουν κατασκευαστεί. Η σύνδεση των εξελίξεων στην αγορά εργασίας με τους κοινωνικούς δείκτες της ανισότητας και της φτώχειας έχει πλέον τεκμηριωθεί, καθώς, όπως προκύπτει από πολλές μελέτες, η ένταξη στην αγορά εργασίας, αποτελεί καθοριστικό παράγοντα αποτροπής καταστάσεων φτώχειας, ανέχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Στους μηχανισμούς σύνδεσης περιλαμβάνονται τόσο η κατάσταση ως προς την απασχόληση και η ανεργία όσο και το ύψος της αμοιβής της εργασίας, δηλαδή ο μισθός. Από την πλευρά της ανεργίας, η συνεχιζόμενη σημαντική αύξηση του αριθμού των ανέργων στην Ελλάδα κατά την τελευταία 6–ετία δεν αποτελεί απλώς αρνητική εξέλιξη του συγκεκριμένου μεγέθους, αλλά συνδυάζεται και με άλλες ακόμα πιο ανησυχητικές παραμέτρους στη διάρκεια της τρέχουσας κρίσης. Για παράδειγμα, η ανεργία έχει πλέον πλήξει τον πιο σκληρό πυρήνα του κοινωνικού ιστού, καθώς το μερίδιο των ανέργων που δηλώνουν “αρχηγοί ή υπεύθυνοι νοικοκυριού” έχει αυξηθεί εντονότατα κατά τη διάρκεια της τρέχουσας κρίσης. Μια τέτοια εξέλιξη πρέπει ασφαλώς να αξιολογηθεί πολύ προ1
σεκτικά μιας και συνδέεται με την διασφάλιση της σταθερότητας και της κοινωνικής συνοχής. Ο δείκτης που κατασκευάστηκε προσπαθεί να μετρήσει τον βαθμό απόγνωσης των νοικοκυριών των μισθωτών και των ανέργων1 . Εξετάζει πως η δημοσιονομική προσαρμογή που επιτυγχάνεται μέσω της μείωσης των μισθών ή της απώλειας της θέσης εργασίας μπορεί να θεωρηθεί ότι κατανέμεται “δίκαια” ανάμεσα στα νοικοκυριά. Μερικά λόγια για την κατασκευή του. Η ομάδα αναφοράς είναι τα νοικοκυριά των μισθωτών και ανέργων. Δεν περιλαμβάνονται, δηλαδή, νοικοκυριά που κάποιο εργαζόμενο μέλος του να μην είναι μισθωτός ή να είναι συνταξιούχος. Ο λόγος αποκλεισμού των νοικοκυριών που ένα μέλος τους, τουλάχιστον, είτε εργάζεται αυτοαπασχολούμενο, είτε λαμβάνει σύνταξη, οφείλεται στο γεγονός ότι η ΕΕΔ δεν διαθέτει στοιχεία για το ύψος των εισοδημάτων αυτών των μελών. Τα νοικοκυριά, επομένως που επιλέγουμε, αποκτούν εισοδήματα που προέρχονται αποκλειστικά από μισθούς, από επιδόματα ανεργίας, ή και τα δύο. Όπως έχουμε αναφέρει, ο δείκτης βασίζεται στα πρωτογενή στοιχεία των τριμηνιαίων ΕΕΔ της ΕΛ.ΣΤΑΤ. με ετήσιο δείγμα 120.000 νοικοκυριών και αυτό μας δίνει την δυνατότητα να αντλούμε πληροφόρηση 4 φορές το χρόνο. Η περίοδος αναφοράς ξεκινά από το 1ο τρίμηνο του 2008 και φθάνει μέχρι το πλέον πρόσφατο διαθέσιμο τρίμηνο, που είναι για αυτή την χρονική περίοδο που γράφεται το άρθρο, το 3ο τρίμηνο του 2013. Η καθυστέρηση που έχουμε είναι μόλις ένα τρίμηνο. Ο δείκτης λαμβάνει ως ακραίες τιμές το μηδέν και την μονάδα. Τα νοικοκυριά βαθμολογούνται με το μηδέν όταν δεν υπάρχουν άνεργοι μέσα σε αυτά και ο μισθός των εργαζομένων μελών τους είναι μεγαλύτερος των 1.000 €. Τα νοικοκυριά βαθμολογούνται με την μονάδα όταν όλα τα ενεργά μέλη είναι άνεργα και κανένα από αυτά δεν λαμβάνει το επίδομα ανεργίας. Τα νοικοκυριά με βαθμό την μονάδα θεωρούμε ότι βρίσκονται σε απόλυτη απόγνωση. Η βαθμολόγηση του κάθε νοικοκυριού εξαρτάται από την βαθμολόγηση που θα έχουν όλα τα ενεργά μέλη του. Συγκεκριμένα κάθε ενεργό μέλος βαθμολογείται με την μέγιστη τιμή, δηλαδή την μονάδα, αν είναι άνεργο και δεν λαμβάνει ούτε το επίδομα ανεργίας. Διαφορετικά, η βαθμολόγηση σταδιακά μειώνεται αν λαμβάνει τουλάχιστον το επίδομα ανεργίας, ή αν εργάζεται και ο μισθός του βαίνει αυξανόμενος από κλιμάκιο σε κλιμάκιο. Τέλος, βαθμολογείται με την ελάχιστη τιμή, δηλαδή το μηδέν αν ο μισθός του έχει ξεπεράσει το όριο των 1.000€. Κάθε ενεργό μέλος του νοικοκυριού λαμβάνει, επομένως, μία από τις παρακάτω τιμές: • 1 αν είναι άνεργο και δεν λαμβάνει επίδομα ανεργίας • 0,8 αν είναι άνεργο και λαμβάνει επίδομα ανεργίας • 0,6 αν εργάζεται και ο μισθός του είναι μικρότερος των 499 € • 0,4 αν εργάζεται και ο μισθός του είναι μεταξύ των 500 € και των 699 € • 0,2 αν εργάζεται και ο μισθός του είναι μεταξύ των 700 € και των 999 € • 0 αν εργάζεται και ο μισθός του είναι μεγαλύτερος των 1,000 € Ο συνολικός βαθμός κάθε νοικοκυριού είναι ο μέσος όρος των βαθμών που λαμβάνουν τα ενεργά μέλη του νοικοκυριού. Τα παιδιά καθώς και τα μη οικονομικά ενεργά μέλη που ζουν μέσα στο νοικοκυριό (μαθητές, σπουδαστές, φοιτητές, στρατιώτες, άτομα μη δυνάμενα να εργαστούν, νοικοκυρές κλπ) δεν συμμετέχουν στον υπολογισμό του δείκτη. Με βάση την διαχρονική εξέλιξη του δείκτη2, σύμφωνα με το Διάγραμμα 1, μπορούμε να κάνουμε δύο σημαντικές παρατηρήσεις. 1. Από το 2ο τρίμηνο του 2009 μέχρι και το 1ο τρίμηνο του 2013, ο δείκτης απόγνωσης αυξάνεται συνεχώς. Το 2ο τρίμηνο του 2009 είχε 1Για μια εκτενέστερη παρουσίαση της μεθοδολογίας κατασκευής του δείκτη βλέπε: Ζωγραφάκης Σταύρος και Θεόδωρος Μητράκος (2012), “Ο κίνδυνος χαμηλού εισοδήματος στα νοικοκυριά των μισθωτών και των ανέργων κατά την διάρκεια της τρέχουσας κρίσης”, στον συλλογικό τόμο “Κοινωνική Πολιτική και Κοινωνική Συνοχή στην Ελλάδα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης”, Τράπεζα της Ελλάδος, σελ. 175, Ιούνιος. 2Ο παραπάνω δείκτης υπολογίζεται και για διαφορετικές ομάδες νοικοκυριών ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του αρχηγού του νοικοκυριού (π.χ. ανάλογα με τη βαθμίδα εκπαίδευσης, την ηλικία του, την περιφέρεια διαμονής, τον βαθμό εξειδίκευσης του, το επάγγελμά του, τον κλάδο που δραστηριοποιείται, τα χρόνια προϋπηρεσίας του, την υπηκοότητά του, το είδος της απασχόλησής του, κλπ). 2
Διάγραμμα 1: Διαχρονική εξέλιξη του δείκτη απόγνωσης (μέση τιμή για το σύνολο των νοικοκυριών των μισθωτών) 0.192 0.186 0.191 0.199 0.212 0.214 0.218 0.237 0.254 0.256 0.272 0.308 0.332 0.349 0.369 0.386 0.410 0.405 0.404 0.15 0.2 0.25 0.3 0.35 0.4 0.45 2009 I 2009 II 2009 III 2009 IV 2010 I 2010 II 2010 III 2010 IV 2011 I 2011 II 2011 ΙΙΙ 2011IV 2012 I 2012 II 2012 III 2012 IV 2013 I 2013 II 2013 III Πηγή: Επεξεργασμένα στοιχεία της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού, ΕΛΣΤΑΤ τιμή 0,186 και έφθασε στην ανώτερη τιμή που καταγράφηκε 0,410 το 1ο τρίμηνο του 2013, αυξήθηκε δηλαδή κατά 120%. Σύμφωνα με αυτόν τον δείκτη έχουμε διανύσει το 41% της απόστασης για την απόλυτη απόγνωση όλων των εργαζομένων μισθωτών της χώρας. Έχουμε δηλαδή καλύψει το 41% της απόστασης όπου όλοι οι μισθωτοί θα είναι άνεργοι και κανένας από αυτούς δεν θα εισπράττει ούτε το επίδομα ανεργίας. 2. Η διαχρονική εξέλιξη του δείκτη απόγνωσης, μπορεί να διακριθεί σε 3 περιόδους. Στην πρώτη περίοδο, η οποία φθάνει μέχρι και το 3ο τρίμηνο του 2010, ο δείκτης αυξάνεται κατά μέσο όρο ανά τρίμηνο 2%. Η οικονομική κρίση, στην αρχή της, επηρεάζει με χαμηλότερη ένταση τον δείκτη απόγνωσης. Στη συνέχεια, στην 2η περίοδο, η εξέλιξη είναι δραματική. Μέχρι το 1ο τρίμηνο του 2013 ο δείκτης αυξάνεται ανά τρίμηνο κατά μέσο όρο 7%. Μάλιστα η αύξηση που καταγράφεται στο 4ο τρίμηνο του 2011, έναντι του 3ου τριμήνου του ίδιου έτους, ισοδυναμεί με την αύξηση που καταγράφεται ολόκληρη την πρώτη περίοδο. Τέλος, στην 3η περίοδο, διαφαίνεται για πρώτη φορά, μια μικρή σταθεροποίηση του δείκτη, όπου για 2 συνεχόμενα τρίμηνα ο δείκτης αν και βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα (0,405–0,404), εν τούτοις παρουσιάζει τάσεις σταθεροποίησης. Σύμφωνα με τον τρόπο κατασκευής του δείκτη, αυτός μπορεί να εμφανίσει βελτίωση αν εκπληρωθεί τουλάχιστον μία από τις παρακάτω 3 προϋποθέσεις (με όλους τους άλλους παράγοντες σταθερούς): 1. Κάποιοι άνεργοι να βρουν απασχόληση, 2. Κάποιοι άνεργοι που πριν δεν ελάμβαναν το επίδομα ανεργίας λόγω παρέλευσης του χρόνου, τώρα με την αλλαγή του θεσμικού πλαισίου να μπορούν να συνεχίσουν να το λαμβάνουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, 3. Να αυξηθεί ο μισθός σε χαμηλόμισθους εργαζόμενους οι οποίοι αμείβονταν με μισθό κάτω των 1.000 €. Με βάση τα παραπάνω θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η καλή τουριστική σεζόν του 2013 όπου ένας αριθμός ανέργων απασχολήθηκε 3Στην πραγματικότητα, αυτοί που βρήκαν απασχόληση θα πρέπει να είναι περισσότεροι από αυτούς που έχασαν την εργασία τους (με ίδιες αμοιβές). 3
έστω και σε προσωρινές θέσεις απασχόλησης3 την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2013, και η παράλληλη εφαρμογή στη συνέχεια του προγράμματος της κοινωνικής εργασίας ανέργων (όπου δόθηκε προτεραιότητα στα νοικοκυριά με περισσότερα άνεργα μέλη) οδήγησε σε μικρή βελτίωση του δείκτη απόγνωσης (1η προϋπόθεση)4 . Από την άλλη πλευρά, η θεσμοθέτηση επιδότησης των μακροχρόνια ανέργων σε αυτή την χρονική περίοδο βοηθά στην εκπλήρωση της 2ης προϋπόθεσης. Επειδή ο“μέσος”έχει την ιδιότητα να αμβλύνει τις ακραίες τιμές με αποτέλεσμα να ωραιοποιεί την εικόνα, τοποθετούμε τα νοικοκυριά που εξετάζουμε σε μια πολυκατοικία ανάλογα με τον βαθμό απόγνωσής τους. Μας ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τα νοικοκυριά με την μεγαλύτερη απόγνωση. Σε αυτά πρέπει να δοθεί άμεσα κοινωνική προστασία. Η πολυκατοικία έχει 5 ορόφους. Στο ισόγειο κατοικούν τα νοικοκυριά με δείκτη απόγνωσης μεγαλύτερο του 0,8. Όσο ανεβαίνουμε σε υψηλότερους ορόφους, ο δείκτης απόγνωσης μειώνεται, και στο τέλος, στο ρετιρέ, κατοικούν τα νοικοκυριά που θεωρούμε εμείς ότι δεν έχουν καμία απόγνωση μιας και όλα τους τα μέλη εργάζονται με αμοιβές μεγαλύτερες των 1.000 € τουλάχιστον. Ηπολυκατοικία διαθέτει και υπόγειο. Εκεί διαβιούν οι άνθρωποι που κοιμούνται στα πεζοδρόμια, τα νοικοκυριά των παράνομων μεταναστών, οι κοινωνικά αποκλεισμένοι και γενικά όλοι εκείνοι οι πληθυσμοί που δεν καταγράφονται από τις δειγματοληπτικές έρευνες. Δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία για αυτούς τους πληθυσμούς. Οι μετακινήσεις που καταγράφονται διακρίνονται σε 2 κατηγορίες: • Η πρώτη μορφή μετακίνησης, είναι η οριζόντια. Είναι η περίπτωση κατά την οποία κάποια νοικοκυριά μετακομίζουν στην πολυκατοικία ή το αντίθετο, δηλαδή την εγκαταλείπουν. Οι άνθρωποι που διαμένουν σήμερα στην πολυκατοικία είναι 4,24 εκατ. Πριν ξεκινήσει η οικονομική κρίση διέμεναν 4 εκατ. Ο πληθυσμός δηλαδή αυξήθηκε κατά 240 χιλιάδες άτομα. Η αύξηση αυτή οφείλεται στις περιπτώσεις εκείνες των νοικοκυριών που μετακομίζουν στην πολυκατοικία, μιας και τα αυτοαπασχολούμενα μέλη αυτών των νοικοκυριών χάνουν την εργασία τους κατά την διάρκεια εξέλιξης της κρίσης και επομένως εντάσσονται στα νοικοκυριά της πολυκατοικίας. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι μπορεί να υπάρχουν και νοικοκυριά που εγκαταλείπουν τηνπολυκατοικία, και αυτό συμβαίνει όταν κάποιο μέλος του βρει απασχόληση ως αυτοαπασχολούμενος ή πάρει σύνταξη. • Η δεύτερη μορφή μετακίνησης, και η πλέον σημαντική, είναι η κάθετη μετακίνηση, δηλαδή η μετακίνηση των νοικοκυριών από τους υψηλότερους ορόφους και το ρετιρέ σε χαμηλότερους ορόφους και στο ισόγειο. Όταν κάποιο μέλος του νοικοκυριού χάσει την εργασία του, όταν ο μισθός του μειώνεται και περιορίζεται σταδιακά κάτω από 1.000 € ή κάτω από 700 € ή κάτω από 500 €, όταν η χρονική διάρκεια του επιδόματος ανεργίας ολοκληρωθεί και σταματήσει το επίδομα ανεργίας, τότε ο βαθμός απόγνωσης του νοικοκυριού αυξάνεται και το νοικοκυριό παίρνει το ασανσέρ για χαμηλότερο όροφο. Όταν χάνονται όλα, η κατάληξη είναι στο ισόγειο της πολυκατοικίας. Η διαμονή, επομένως, σε κάποιο όροφο δεν είναι δεδομένη. Στο 3ο τρίμηνο του 2013, στην πολυκατοικία διαμένει το 65% των ανέργων της χώρας. Πριν την οικονομική κρίση διέμεναν 282 χιλιάδες άνεργοι, στο 3ο τρίμηνο του 2013 διαμένουν 855 χιλιάδες. Ειδικότερα, στο ισόγειο της πολυκατοικίας διαμένουν 292 χιλιάδες νοικοκυριά με 706 χιλιάδες άτομα, εκ των οποίων οι 432 χιλιάδες είναι άνεργοι. Περισσότεροι δηλαδή από τους μισούς ανέργους της πολυκατοικίας βρίσκονται στο ισόγειο. Από τα 292 χιλιάδες νοικοκυριά, τα 181 χιλιάδες έχουν από έναν άνεργο, τα 89 χιλιάδες έχουν από 2 άνεργα μέλη, τα 15 χιλιάδες έχουν από 3 άνεργα μέλη, ενώ τα υπόλοιπα 6 χιλιάδες νοικοκυριά έχουν περισσότερα από 4 άνεργα μέλη. Τα μεγέθη αυτά, μέσα σε μια 4–ετία, έχουν αυξηθεί περισσότερο από 5 φορές. Στην πολυκατοικία διαμένει το 65% των ανέργων της χώρας ενώ οι υπόλοιποι άνεργοι (το 35%) 4Το γεγονός ότι η καλή τουριστική σεζόν του 2013 βοήθησε στην επιβράδυνση του δείκτη απόγνωσης φαίνεται αν παρακολουθήσει κάποιος την εξέλιξη του δείκτη με βάση την Περιφέρεια διαμονής των νοικοκυριών όπου ο δείκτης απόγνωσης μειώνεται σημαντικά στην Κρήτη, στα Ιόνια Νησιά και στο Νότιο Αιγαίο, περιοχές με έντονη τουριστική δραστηριότητα. 4
RkJQdWJsaXNoZXIy MjYz